- εβαπορίτης
- Ιζηματογενές πέτρωμα, μη κλαστικό, του οποίου τα συστατικά έχουν καταβυθιστεί κατά την εξάτμιση ενός υδατικού διαλύματος. Οι πιο συνηθισμένοι ε. είναι το αλάτι (αποτελείται από το ορυκτό αλίτη, NaCl), ο γύψος (αποτελείται από το ορυκτό θειικό ασβέστιο, CaSO42H2O) και ο ανυδρίτης (CaSO4). Οι πειραματικές μελέτες έχουν δείξει ότι η θερμοκρασία στην οποία γίνεται η κρυστάλλωση και οι συγκεντρώσεις των διαφόρων ιόντων του διαλύματος ρυθμίζουν το είδος των ουσιών που αποτίθενται. Για παράδειγμα, καθαρά διαλύματα που περιέχουν ιόντα ασβεστίου και θειικά ιόντα θα αποθέσουν γύψο κάτω από τους 42°C και ανυδρίτη πάνω από αυτή τη θερμοκρασία, ενώ η παρουσία πολύ μικρών ποσοτήτων χλωριούχου νατρίου (NaCl) ελαττώνει σημαντικά αυτή τη θερμοκρασία. Ένας από τους πιο συνηθισμένους τρόπους σχηματισμού ενός ε. είναι με την εξάτμιση μιας ποσότητας αλμυρού νερού που έχει εγκλειστεί σε μια κοιλότητα. Οι ε. αυτού του είδους αρχίζουν να σχηματίζονται όταν το θαλασσινό, για παράδειγμα, νερό συμπυκνώνεται έως τα 50% του αρχικού του όγκου και τα ορυκτά αποτίθενται με αντίστροφη σειρά διαλυτότητας, δηλαδή το λιγότερο διαλυτό καθιζάνει πρώτο. Πολλοί ε. με μεγάλη οικονομική σημασία υπάρχουν στο Στάσφουρτ (Γερμανία), στο νότιο Ντάραμ (Αγγλία), στην Αριζόνα, το Νιου Μέξικο (ΗΠΑ) κ.α.
Dictionary of Greek. 2013.